Αργεντινή και Ηνωμένες Πολιτείες: ύφεση, εξέγερση και ανάκτηση Γιατί κερδίζει η Κριστίνα Φερνάντες, γιατί χάνει ο Ομπάμα; του Τζέιμς Πέτρας Την περασμένη 23η Οκτωβρίου, η Κριστίνα Φερνάντες κέρδισε τις προεδρικές εκλογές της Αργεντινής με 54% των ψήφων, νικώντας τον πλησιέστερο αντίπαλο της με 37 πόντους διαφορά. Ο συνασπισμός της προέδρου κέρδισε επίσης τις εκλογές για την Εθνοσυνέλευση, τη Γερουσία και την κυβέρνηση, όπως και σε 135 από τα 136 δημοτικά συμβούλια στην ευρύτερη περιοχή του Μπουένος Άιρες.
Αυτά τα αποτελέσματα έρχονται έντονα σε αντίθεση με την κατάσταση που αντιμετωπίζει ο Πρόεδρος Ομπάμα, ο οποίος σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, σέρνεται πίσω από τους ρεπουμπλικάνους υποψηφίους για την προεδρία και κινδυνεύει να χάσει τον έλεγχο των δύο κοινοβουλευτικών σωμάτων του Κογκρέσου στις επερχόμενες εκλογές του 2012.
Σε τι μπορούμε να αποδίδουμε αυτήν την αβυσσική διαφορά στις επιλογές των ψηφοφόρων σε σχέση με αυτούς τους δύο επικεφαλής κρατών; Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, είναι απαραίτητο να συγκρίνουμε, με μια ιστορική προοπτική, τις κοινωνικο-οικονομικές και εξωτερικές πολιτικές που εφαρμόζονται και να αναλύσουμε τις λύσεις που δόθηκαν για τις οξείες οικονομικές κρίσεις.
Μεθοδολογία Για να συγκρίνουμε τα αποτελέσματά τους, ας βάλουμε πρώτα την Κριστίνα Φερνάντες και τον Μπαράκ Ομπάμα στα αντίστοιχα ιστορικά περιβάλλοντα τους. Οι προκάτοχοι τους, ήτοι ο Τζορτζ Μπους και ο Νέστωρ Κίρσνερ (ο αποθανών σύζυγός της Κριστίνας Φερνάντες) ήταν και οι δύο αντιμέτωποι με σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις. Ωστόσο, οι διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις που έδωσαν έφεραν αποτελέσματα εξίσου διαμετρικά αντίθετα: από τη μια πλευρά, μια βιώσιμη και συνεχή ανάπτυξη στην Αργεντινή και από την άλλη, κρίσεις που βαθαίνουν και πολιτικές που οδήγησαν σε αποτυχίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το ιστορικό πλαίσιο της Αργεντινής: ύφεση, εξέγερση και ανάκτηση Από το 1998 έως το 2002, η Αργεντινή πέρασε την πιο βίαια κοινωνική και οικονομική κρίση στην ιστορία της. Η οικονομία είχει βυθιστεί από την ύφεση σε καθολική κρίση χρεοκοπίας και είχε φτάσει σε διψήφια αρνητική ανάπτυξη το 2001 - 2002. Το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε σε 25% και στο ποσοστό του 50% σε ορισμένες εργατικές περιοχές. Δεκάδες χιλιάδες επαγγελματίες βυθιστήκαν στη φτώχεια και σχημάτιζαν ουρές για ψωμί και σούπα κοντά στο προεδρικό μέγαρο. Εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι, οι «piqueteros», μπλόκαραν τους κύριους οδικούς άξονες και ορισμένοι επιτεθήκαν σε τρένα που μετέφεραν ζώα και σιτηρά που προορίζονταν για εξαγωγές. Οι τράπεζες έκλεισαν, αποτρέποντας εκατομμύρια αποταμιευτές να έχουν πρόσβαση στις καταθέσεις τους. Εκατομμύρια διαδηλωτές της μεσαίας τάξης οργάνωσαν συνοικιακά συμβούλια και συσπειρώθηκαν με τις συνελεύσεις των ανέργων. Η χώρα ήταν βαριά χρεωμένη και οι άνθρωποι είχαν γίνει πολύ φτωχοί. Η ψυχική διάθεση του λαού οδηγούσε απευθείας σε επαναστατική αντίδραση. Ο τότε Πρόεδρος Fernando de la Rua ανατράπηκε (2001), πολλοί διαδηλωτές τραυματίστηκαν ή σκοτώθηκαν, όταν η λαϊκή εξέγερση απείλησε να καταλάβει το προεδρικό μέγαρο. Στο τέλος του 2002, εκατοντάδες εργοστάσια σε πτώχευση είχαν «καταλειφθεί» και διοικούνταν από τους εργαζόμενους. Η Αργεντινή ανέστειλε την πληρωμή του εξωτερικού χρέους της. Στις αρχές του 2003, Ο Νέστωρ Κίρσνερ εξελέγη πρόεδρος εν μέσω μιας συστημικής κρίσης. Αντιτάχθηκε σε όλες τις πιέσεις για να συνεχίσει την εξόφληση του χρέους ή να καταστείλει τα λαϊκά κινήματα. Επέλεξε αντίθετα, να ξεκινήσει μια σειρά δημοσιών έργων έκτακτης ανάγκης. Ενέκρινε εξάλλου την πρόσληψη ανέργων με μισθό 150 πέσος, ένα μέτρο που επέτρεπε στο μισό εργατικό δυναμικό να καλύψει τις βασικές ανάγκες διαβίωσης του.
«Να φύγουν όλοι τους!» Το πιο δημοφιλές σύνθημα των μαζικών κινημάτων που κατέλαβαν τις τραπεζο-εμπορικές γειτονιές, τα εργοστάσια, τα δημόσια κτίρια και τους δρόμους ήταν «Que se vayan todos » (Να φύγουν όλοι τους), που έκραζε την απόρριψη του συνόλου της πολιτικής τάξης, των πολιτικών κομμάτων και των ηγετών τους, του Κογκρέσο και των προέδρων. Ωστόσο, ενώ τα κινήματα ήταν μεγάλα, μαχητικά και ενωμένα για αυτά που απέρριπταν, δεν είχαν κανένα συνεκτικό πρόγραμμα για να αναλάβουν τα ηνία της εξουσίας ούτε πολιτική δύναμη σε εθνικό επίπεδο για να τα καθοδηγήσει. Μετά από δύο χρόνια αναταραχής, ο λαός πήγε στις κάλπες και εξέλεξε τον Νέστωρα Κίρσνερ, με την εντολή «παρήγαγε η θα πεθάνεις». Ο Κίρτσνερ έλαβε καλά το μήνυμα, τουλάχιστον από την άποψη της δίκαιης ανάπτυξης.
Το ιστορικό περιβάλλον στις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τους Μπους και Ομπάμα Τα τελευταία χρόνια της κυβέρνησης Μπους και η προεδρία του Ομπάμα συνέπεσαν με την πιο σοβαρή κοινωνική και οικονομική κρίση μετά τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Το 2009, η ανεργία και η υποαπασχόληση επηρέαζαν σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζομένων, εκατομμύρια σπίτια κατασχέθηκαν, οι πτωχεύσεις αυξήθηκαν και οι τράπεζες ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Η αρνητική ανάπτυξη και η κατακόρυφη πτώση των εσόδων προκάλεσαν την έκρηξη της φτώχειας και του αριθμού των δικαιούχων της επισιτιστικής βοήθειας. Όπως και οι Αργεντινοί, οι δυσαρεστημένοι πολίτες προσήλθαν στις κάλπες, αλλά παρασύρθηκαν από μια δημαγωγική ρητορική της «αλλαγής» και εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στον Ομπάμα. Οι Δημοκρατικοί κέρδισαν την προεδρία και την πλειοψηφία στα δύο σώματα, Κογκρέσο και Γερουσία. Η πρώτη προτεραιότητα του νέου προέδρου και του Κογκρέσου ήταν να πληρώσουν δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη διάσωση των τραπεζών, παρά το υψηλό ποσοστό ανεργίας και την ύφεση που επιδίνονταν. Η δεύτερη ήταν να ενισχύσουν και να επεκτείνουν τους αυτοκρατορικούς πολέμους στο υπερπόντιο.
Ο Ομπάμα έστειλε 30.000 επιπλέον στρατιώτες στο Αφγανιστάν, αύξησε το στρατιωτικό προϋπολογισμό στα 750 δισεκατομμύρια δολάρια, ξεκίνησε νέες πολεμικές επιχειρήσεις στη Σομαλία, Υεμένη, Λιβύη, το Πακιστάν και αλλού, αύξησε την στρατιωτική βοήθεια προς το αποικιακό στρατό του Ισραήλ, υπέγραψε στρατιωτικές συμφωνίες με χώρες της Ασίας (Ινδία, Φιλιππίνες, Αυστραλία) κοντά στην Κίνα. Επιπλέον, έθεσε την επέκταση της στρατιωτικοποιημένης αυτοκρατορίας ως ύψιστη προτεραιότητα, και κατασπατάλησε το δημόσιο ταμείο και τα δημόσια κεφάλαια για να χρηματοδοτήσει την αναβίωση της εθνικής οικονομίας και να μειώσει την ανεργία.
Από την πλευρά τους, οι Πρόεδροι Κίρσνερ και Φερνάντες περιόρισαν τις εξουσίες των στρατιωτικών, περίκοψαν τις δαπάνες του στρατού και επένδυσαν τα έσοδα τους κράτους σε προγράμματα απασχόλησης, σε παραγωγικές επενδύσεις και στις μη παραδοσιακές εξαγωγές.
Υπό τον Ομπάμα, η κρίση έδωσε την αφορμή για την ενίσχυση και την αναζωογόνηση της οικονομικής ισχύος της Wall Street. Ο Λευκός Οίκος αύξησε τον στρατιωτικό προϋπολογισμό για την επέκταση των αυτοκρατορικών πολέμων του, με ανάλογη επιδείνωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού, και πρότεινε σε συνεχεία να μειωθούν τα κοινωνικά προγράμματα κάνοντας περικοπές ως επί το πλείστον .
Αργεντινή, από τη κρίση σε δυναμική ανάπτυξη Στην Αργεντινή, η οικονομική καταστροφή και η λαϊκή εξέγερση έδωσαν στον Κίρσνερ την ευκαιρία να αλλάξει πορεία και να εγκαταλείψει τον μιλιταρισμό και την κερδοσκοπική λεηλασία προς όφελος κοινωνικών προγραμμάτων και της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Οι εκλογικές νίκες του Κίρσνερ και έπειτα της Φερνάντες αντανακλούν την επιτυχία τους στη δημιουργία ενός «κανονικού» καπιταλιστικού κράτους- πρόνοιας, μια από τις πιο ευχάριστες αλλαγές μετά από 30 χρόνια νεοφιλελεύθερων ληστρικών καθεστώτων που υποστηρίζονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μεταξύ 1966 και 2002, η Αργεντινή βίωσε τη βιαιότητα των στρατιωτικών δικτατοριών συμπεριλαμβανομένων των γενοκτονικών στρατηγών που δολοφόνησαν 30.000 ανθρώπους στη περίοδο 1976 - 1982. Από το 1983 έως το 1989, γνώρισε ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς (Ραούλ Αλφονσίν) που δεν ήταν σε θέση να διαχειριστεί την κληρονομιά της δικτατορίας και με το οποίο ο υπερπληθωρισμός έφτασε στα τριψήφια. Από το 1989 έως το 1999, υπό την προεδρία του Κάρλος Μένεμ, η Αργεντινή έζησε τις πωλήσεις των πιο προσοδοφόρων στοιχείων της -δημόσιων επιχειρήσεων, φυσικών πόρων (συμπεριλαμβανομένων του πετρελαίου της), τραπεζών, εθνικών οδών, δημόσιων τουαλετών και ζωολογικών κήπων- που πουλήθηκαν για ένα κομμάτι ψωμί σε ξένους επενδυτές και ολόκληρη κλίκα κλεπτοκρατών.
Τέλος, ο Fernando de la Rua (2000 - 2001), παρά τις υποσχέσεις για αλλαγή, επιδεινώσε την ύφεση, η οποία οδήγησε στην κατάρρευση το Δεκέμβριο του 2001, στο κλείσιμο των τραπεζών, την πτώχευση 10.000 εταιρειών και την ολοκληρωτική κατάρρευση της οικονομίας. Σε αυτό το πλαίσιο της ολικής αποτυχίας και της ανθρώπινης καταστροφής που προκλήθηκαν από φιλελεύθερες πολιτικές που υποστήριζαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΔΝΤ, οι πρόεδροι της Αργεντινής Κίρσνερ και Φερνάντες κήρυξαν στάση πληρωμής του εξωτερικού χρέους, εθνικοποίησαν εκ νέου πολλές ιδιωτικές εταιρείες και τα συνταξιοδοτικά ταμεία, επέβαλαν ασφυκτικά περιοριστικά μέτρα στις τράπεζες, διπλασίασαν τις κοινωνικές δαπάνες, αύξησαν τις δημόσιες επενδύσεις στην παραγωγή και αύξησαν την κατανάλωση. Στα τέλη του 2003, ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας από αρνητικό πρόσημο πέρασε στο +8%.
Ανθρώπινα δικαιώματα, κοινωνικά προγράμματα και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική Η Αργεντινή είδε την οικονομία της να αυξάνεται κατά περισσότερο από 90% μεταξύ 2003 και 2011, ήτοι τρεις φορές περισσότερο από ό, τι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αναβίωση αυτή συνοδεύτηκε από κοινωνικές δαπάνες που τριπλασιάστηκαν, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων που είναι αφιερωμένα στη μείωση της φτώχειας. Το ποσοστό των Αργεντινών που θεωρούνται φτωχοί μειώθηκε από πάνω από 50% το 2001 σε λιγότερο από 15% το 2011. Κατά τη διάρκεια της ίδιας δεκαετίας, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η φτώχεια αυξήθηκε από 12% στο 17%.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν η χώρα με τις πιο έντονες ανισότητες ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ, με το 1% του πληθυσμού που ελέγχει το 40% του πλούτου (έναντι 30%, 10 χρόνια πριν). Στην Αργεντινή, οι ανισότητες μειώθηκαν κατά το ήμισυ. Η οικονομία των ΗΠΑ απέτυχε να ανακάμψει από τη σοβαρή ύφεση του 2008-2009, κατά την οποία μειώθηκε κατά 8%. Η Αργεντινή πέρασε από -1% το 2009 και έφτασε σε ένα δυνατό +8% το 2010-2011. Η Αργεντινή εθνικοποίησε τα συνταξιοδοτικά ταμεία της, διπλασίασε τις βασικές συντάξεις και εισήγαγε μια νέα πρωτότυπη υπηρεσία για την προστασία των παιδιών για την αντιμετώπιση του υποσιτισμού και την εξασφάλιση του υποχρεωτικού σχολείου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 20% των παιδιών υποσιτίζονται, το ποσοστό απουσιών των εφήβων στα σχολεία αυξάνει και ο υποσιτισμός πλήττει πάνω από το 25% των ανηλίκων. Με την ανακοίνωση των περικοπών στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης, οι κοινωνικές συνθήκες δεν μπορούν παρά να επιδεινωθούν. Στην Αργεντινή, το εισόδημα των εργαζομένων και των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά περισσότερο από 50% σε πραγματικούς όρους κατά τα τελευταία 10 χρόνια, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες, μειώθηκαν κατά σχεδόν 10%. Η δυναμική ανάπτυξη του ΑΕΠ της Αργεντινής οφείλεται στην αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης και στα σημαντικά κέρδη από τις εξαγωγές. Το μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα της στηρίζεται σε ευνοϊκές τιμές της αγοράς και στην ανταγωνιστικότητα που βελτιώνεται συνεχώς. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η εγχώρια κατανάλωση παραμένει στάσιμη, το εμπορικό έλλειμμα φτάνει κοντά στο 1,5 δισεκατομμύριο δισεκατομμυρίων, και τα έσοδα του κράτους λεηλατούνται από τα στρατιωτικά μη παραγωγικά έξοδα, πάνω από 900 δισ. Δολάρια ετησίως.
Ενώ στην Αργεντινή, η πολιτική της στάσης πληρωμής του χρέους υποβλήθηκε σαν συνέπεια της λαϊκής εξέγερσης και των μαζικών κινημάτων, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η δημόσια δυσαρέσκεια διοχετεύτηκε προς την εκλογή ενός χρηματοπιστωτικού απατεώνα της Wall Street: τον Μπάρακ Ομπάμα. Ο τελευταίος έσπευσε να θέσει τους κρατικούς πόρους στην διάσωση της οικονομικής ελίτ, αντί να την αφήσει να χρεοκοπήσει και να δημιουργήσει την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική κατανάλωση.
Οι εναλλακτικές λύσεις της Αργεντινής για τις διασώσεις και την φτώχεια Η περίπτωση της Αργεντινής αντικρούει όλες τις αρχές που ακολουθούνται από τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα),από όλους τους πολιτικούς υποστηρικτές και τους οικονομικούς τους δημοσιογράφους. Από το πρώτο έτος (2003) της ανάκαμψης της Αργεντινής μέχρι σήμερα, οι ειδικοί «προέβλεπαν» μια μη βιώσιμη ανάπτυξη -η οποία όμως συνεχισε με εντατικό ρυθμό για περισσότερο από μια δεκαετία. Οι αναλυτές προέβλεψαν ότι η επιλογή της στάσης πληρωμών θα οδηγούσε την Αργεντινή στον αποκλεισμό της από τις χρηματοπιστωτικές αγορές που θα οδηγούσε με τη σειρά του σε κατάρρευση της αγοράς και της οικονομίας της. Η Αργεντινή ποντάρισε στην αυτο-χρηματοδότηση από τα έσοδα των εξαγωγών και σε αναβίωση της εθνικής οικονομίας, αντικρούοντας τους πιο διάσημους οικονομολόγους.
Βλέποντας την ανάπτυξη να συνεχιστεί, οι παρατηρητές των Financial Times και της Wall Street Journal, εκτίμησαν ότι θα λήξει όταν οι «ασυνήθιστές ικανότητες θα εξαντληθούν». Αντίθετα, η αύξηση των κερδών επέτρεψε την χρηματοδότηση της επέκτασης της εσωτερικής αγοράς και την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων, ιδιαίτερα σε νέες αγορές στην Ασία και τη Βραζιλία. Στις 25 Οκτωβρίου, οι χρονικογράφοι των Financial Times φλυαρούσαν περί των «μελλοντικών κρίσεων» με εκφράσεις που θυμίζουν τους κήρυκες της Αποκάλυψης. Επανέλαβαν την κριτική τους για υψηλό πληθωρισμό, για μη βιώσιμα κοινωνικά προγράμματα, για υπερτιμημένο νόμισμα, για να αναγγείλουν το τέλος της ευημερίας. Αλλά οι προειδοποιήσεις τους, τις διαλαλούσαν σε ένα περιβάλλον όπου η ανάπτυξη είναι ακόμη στο 8% για το 2011 και όπου η Κριστίνα Φερνάντες κέρδισε τις εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία. Οι Αγγλοαμερικανοί οικονομικοί γραφείς καλά θα έκαναν να στρέφουν τον φακό τους προς την παρακμή των καθεστώτων ελεύθερων συναλλαγών τους στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, αντί να περιφρονούν ένα οικονομικό πείραμα που έχει πολλά να τους διδάξει.
Απαντώντας σε κριτικές που προέρχονται από τη Wall Street, ο Mark Weisbrot και οι συνεργάτες του υπογράμμισαν («Η Success Story της Αργεντινής», Κέντρο Έρευνας Κακής Οικονομικής Πολιτικής, Οκτώβριος 2011) ότι η ανάπτυξη στην Αργεντινή βασίστηκε στην αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης, στις εξαγωγές των βιομηχανικών προϊόντων προς περιφερειακούς εταίρους καθώς και στις παραδοσιακές εξαγωγές μεταλλευμάτων και τροφίμων προς την Ασία. Με άλλα λόγια, η Αργεντινή δεν εξαρτάται πλήρως από τις εξαγωγές πρώτων υλών. Το εμπόριο της είναι ισορροπημένο και δεν εξαρτάται υπερβολικά από τις τιμές των πρώτων υλών. Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ο Weisbrot σημείωσε ότι «μπορεί να είναι υψηλός, αλλά αυτό που έχει σημασία για την ευημερία της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού, είναι η πραγματική ανάπτυξη και η κατανομή του εισοδήματος».
Υπό τους Μπους και Ομπάμα, οι ΗΠΑ ακολούθησαν ένα διεστραμμένο τελείως αποκλίνοντα δρόμο: έδωσαν προτεραιότητα στις στρατιωτικές δαπάνες και την ενίσχυση του μηχανισμού ασφαλείας σε βάρος της παραγωγικής οικονομίας. Ο Ομπάμα και το Κογκρέσο έχουν αναπτύξει την κρατική αστυνόμευση, με αυξημένη πολιτική επιρροή της για τις οπισθοδρομικές δημοσιονομικές πολιτικές και όλο και περισσότερο παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα πολιτικά δικαιώματα. Οι Κίρσνερ και Φερνάντεζ, εν τω μεταξύ, εξεδίωξαν δεκάδες καταπατητές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την αστυνομία και το στρατό, και μείωσαν την πολιτική εξουσία των στρατιωτικών.
Σε τελική ανάλυση, οι Αργεντινοί πρόεδροι αποδυνάμωσαν το μιλιταριστικό μπλοκ πίεσης το οποίο τάσσεται περισσότερο υπέρ της αύξησης των δαπανών για όπλα και την ασφάλεια. Δημιούργησαν μια κατάσταση πιο ευνοϊκή για το πολιτικό σχέδιο τους βασισμένο στην χρηματοδότησή της οικονομικής ανταγωνιστικότητας, νέων αγορών και κοινωνικών προγραμμάτων. Οι Μπους και Ομπάμα αναζωογόνησαν την παρασιτική οικονομία, επιδεινώνοντας έτσι την οικονομική ανισορροπία. Οι Κίρσνερ και Φερνάντεζ διασφάλισαν συνθήκες τέτοιες ώστε ο τραπεζικός τομέας να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη των εξαγωγών, της μεταποίησης και της εγχώριας κατανάλωσης. Ο Ομπάμα μείωσε την κατανάλωση για να πληρώσει τους πιστωτές. Οι Κίρσνερ και Φερνάντεζ επέβαλαν μια μείωση 75% στους κατόχους ομολόγων για την χρηματοδότηση των κοινωνικών δαπανών.
Οι Κίρσνερ και Φερνάντεζ κέρδισαν τρεις προεδρικές εκλογές, με τεράστιο προβάδισμα. Μπορεί ο Ομπάμα να περιοριστεί σε μία θητεία, παρά το αστρονομικό ποσό –μετρημένο σε δισ. δολάρια- το οποίο καταβλήθηκε για την εκστρατεία του από την Wall Street, από τη στρατιωτική βιομηχανία και τα δίκτυα υπέρ του Ισραήλ. Η λαϊκή αντιπολίτευση κατά του Ομπάμα, όπως το κίνημα «Κατάληψη της Wall Street», έχει πολύ δρόμο ακόμα να διανύσει για να ισοφαρίσει τα κινήματα της Αργεντινής τα οποία έριξαν εγκαταστημένους προέδρους, μπλόκαραν αυτοκινητόδρομους για να παραλύσουν την κυκλοφορία και την παραγωγή, και επέβαλαν μια κοινωνική ατζέντα που έθετε προτεραιότητα στην παραγωγή παρά στη χρηματοπιστωτική αγορά, στη κατανάλωση παρά στις στρατιωτικές δαπάνες. Το «Occupy Wall Street» έκανε ένα πρώτο βήμα προς την κινητοποίηση εκατομμυρίων ενεργών συμμετεχόντων για να δημιουργήσουν αυτόν τον κοινωνικό μοχλό που επέτρεψε στην Αργεντινή να μετακινηθεί από κράτος-πελάτη τύπου αμερικανικού κράτους, σε ανεξάρτητο και δυναμικό κράτος πρόνοιας. |