Ο Ντόναλντ Τραμπ συλλέγει την εξομολόγηση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στις 26 Απριλίου 2025, στη βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη.

Αφού εξετάσαμε τις διαπραγματεύσεις του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με το Ιράν [1], εξετάζουμε εδώ τις διαπραγματεύσεις του με την Ουκρανία. Δυστυχώς, δεν διαθέτουμε έγγραφα των Ουκρανών «ολοκληρωτικών εθνικιστών», όπως διαθέτουμε των Ισραηλινών «αναθεωρητικών σιωνιστών». Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η σημερινή Ουκρανία είναι ουσιαστικά μια στρατιωτική δικτατορία, ενώ στο Ισραήλ ο στρατός εξακολουθεί να εγγυάται ό,τι απομένει από τη δημοκρατία απέναντι στους «αναθεωρητικούς σιωνιστές» του Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Ο ουκρανικός φάκελος διαφέρει σημαντικά από τον ιρανικό, διότι οι ΗΠΑ δεν έχουν κοινή μυθολογία με την Ουκρανία, όπως έχουν με το Ισραήλ. Στη Μέση Ανατολή, ο πρόεδρος Τραμπ προσπαθεί να διαπραγματευτεί μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη, διατηρώντας τα συμφέροντα του Ισραήλ (και όχι των «αναθεωρητικών σιωνιστών» υπέρ του Μεγάλου Ισραήλ). Στην Ουκρανία, αρνείται να πάρει θέση και υιοθετεί αυστηρή ουδετερότητα, ενώ οι προκάτοχοί του, Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν, είχαν συνάψει μυστική συμφωνία με τους «ολοκληρωτικούς εθνικιστές» κατά της Ρωσίας. Και εδώ, πρέπει να ανακαλύψει την πραγματικότητα, αλλά αυτή τη φορά πρέπει πρώτα να την καταστήσει σαφή στη δική του διοίκηση, πριν μπορέσει να καταλήξει σε οποιαδήποτε συμφωνία.

Η διευκρίνιση του Ντόναλντ Τραμπ

Στις 3 Φεβρουαρίου, η ρωσική Υπηρεσία Εξωτερικών Πληροφοριών (SVR) κατηγόρησε το ΝΑΤΟ ότι ετοιμάζεται να διαδώσει τρεις εντυπωσιακές πληροφορίες [2]:

• 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ για αγορά πυρομαχικών υπεξαιρέθηκαν από την ουκρανική προεδρία·
• 130.000 Ουκρανοί στρατιώτες, πεσόντες στη μάχη, συνεχίζουν να πληρώνονται και να εμφανίζονται στους εκλογικούς καταλόγους·
• ο μη εκλεγμένος πρόεδρος Ζελένσκι παραχώρησε —και όχι πούλησε— ακίνητα σε ξένες εταιρείες και έλαβε αποζημιώσεις σε λογαριασμούς στο εξωτερικό.

Σε απάντηση, στις 7 Φεβρουαρίου, ο Ζελένσκι παραχώρησε συνέντευξη στο Reuters [3] στην οποία τόνισε ότι η χώρα του διαθέτει πολλές «σπάνιες γαίες» και πρότεινε να τις εκμεταλλευτεί με τους Συμμάχους. Παρά το όνομά τους, οι «σπάνιες γαίες» δεν είναι σπάνιες στη φύση, αλλά ο εξευγενισμός τους είναι δύσκολος. Είναι απαραίτητες για τις νέες τεχνολογίες, ιδίως στον στρατιωτικό τομέα.

Ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, ταξίδεψε στο Κίεβο για να προτείνει συνθήκη εκχώρησης του υπεδάφους της Ουκρανίας ως αντιστάθμισμα για τα αμερικανικά όπλα κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Ζελένσκι τον υποδέχτηκε ψυχρά, καθώς τα όπλα είχαν παρασχεθεί ως δωρεά, όχι με μελλοντική πώληση (τύπου lend-lease), όπως είχε αρχικά προβλεφθεί.

Με έκπληξη γίναμε όλοι μάρτυρες της έντονης αντιπαράθεσης του Τραμπ και του αντιπροέδρου του, JD Vance, με τον Ζελένσκι κατά τη διάρκεια της συνάντησης τους στο Οβάλ Γραφείο στις 28 Φεβρουαρίου 2025,.

Η συνάντηση έληξε χωρίς την υπογραφή της σχεδιασμένης συμφωνίας του Scott Bessent για τις «σπάνιες γαίες». Ο Ζελένσκι προσπάθησε επανειλημμένα να επιβάλει τη δική του αφήγηση περί ρωσικής εισβολής για προσάρτηση, αφήγηση που υποστήριζε το ΝΑΤΟ μέχρι τότε. Οι Αμερικανοί οικοδεσπότες του τον κατηγόρησαν ότι κάνει μια «εκστρατεία προπαγάνδας» και του ζήτησαν, ενώπιων των αρνήσεων του, να σεβαστεί μια διοίκηση που προσπαθεί να σώσει τη χώρα του.

Καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο και μέλη της ΕΕ (πλην Σλοβακίας και Ουγγαρίας) συσπειρώνονταν γύρω από τον Ζελένσκι, η Ουάσινγκτον διέκοψε, στις 5 Μαρτίου, τη διαμοίραση στρατιωτικών πληροφοριών με το Κίεβο. Το Κίεβο βρέθηκε ξαφνικά στο σκοτάδι και αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, ενώ προσπαθούσε να καθυστερήσει. Σε τέσσερεις ημέρες φάνηκε ότι χωρίς τις αμερικανικές πληροφορίες, ούτε οι ουκρανικές δυνάμεις ούτε οι συμμαχικές δεν μπορούσαν πλέον να νικήσουν. Αυτό το σοκ συγκλόνισε βαθιά τις τελευταίες, οι οποίες στη συνέχεια συνεδρίασαν πολλές φορές για να συζητήσουν τι έπρεπε να κάνουν για να ανακτήσουν την αποτελεσματικότητά τους.

Μια περίοδος αβεβαιότητας

Μετά το σοβαρό περιστατικό στον Λευκό Οίκο, η Ουκρανία προσπάθησε να αντικαταστήσει την υποστήριξη των ΗΠΑ με αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου και του Καναδά. Ωστόσο, αυτές δεν διαθέτουν μέσα συγκρίσιμα με εκείνα του θείου Σαμ.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έπαιξε το παιχνίδι του «ζεστού-κρύου», αφήνοντας τους Ευρωπαίους ευρύτερα να συζητήσουν μεταξύ τους τι μπορούν να κάνουν μόνοι τους. Αρχικά, υπερασπίστηκε τη νομιμότητα του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι απέναντι στη Ρωσία, η οποία τον κατηγορούσε ότι δεν διεξήγαγε εκλογές και ότι κατείχε παράνομα την προεδρία της Ουκρανίας μετά τη λήξη της θητείας του, τον Μάιο του 2024. Κατά συνέπεια, η Μόσχα υποστήριζε ότι οποιαδήποτε ειρηνευτική συμφωνία που υπογραφόταν από έναν μη εκλεγμένο ηγέτη θα μπορούσε να θεωρηθεί άκυρη και να αμφισβητηθεί.

Οι Ουκρανοί υπενθύμισαν στον πρόεδρο Τραμπ ότι το Σύνταγμά τους απαγορεύει τη διεξαγωγή εκλογών σε περίοδο πολεμικού δικαίου. Αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ ενημερώθηκε από τον Στιβ Γουίτκοφ ότι ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι επέκτεινε τον στρατιωτικό νόμο τριμήνου προς τρίμηνο για να αποφύγει τη διεξαγωγή εκλογών [4]. Τότε άρχισε να ψάχνει πιθανούς υποψηφίους για να τον αντικαταστήσει και ανακάλυψε ότι οι περισσότεροι στρατιώτες που σκοτώθηκαν σε μάχες εξακολουθούσαν να είναι γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Επομένως, οι εκλογές είναι ανέφικτες υπό τις τρέχουσες συνθήκες. Η Ρωσία πρότεινε να διεξαχθούν υπό την ευθύνη των Ηνωμένων Εθνών. Το ζήτημα παρέμεινε άλυτο.

Σε συνέντευξη στο Le Figaro, ο μη εκλεγμένος πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωνε [5]: «Ο δεύτερος λόγος [που με κρατάει], είναι το μίσος για τους Ρώσους που σκότωσαν τόσους πολλούς Ουκρανούς πολίτες. Ξέρω ότι σε καιρό ειρήνης δεν είναι ευγενικό να χρησιμοποιείς αυτή τη λέξη. Αλλά όταν είσαι σε πόλεμο, όταν βλέπεις στρατιώτες να εισβάλλουν στη χώρα σου και να σκοτώνουν αθώους ανθρώπους, σας το υπόσχομαι, μπορείς να νιώσεις αυτό το μίσος». Έχει επαναλάβει πολλές φορές παρόμοιες δηλώσεις, λέγοντας ότι «μισεί τους Ρώσους». Όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει εάν εννοεί ότι μισεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν, απάντησε: «Όχι, όλους τους Ρώσους!». Με αυτόν τον τρόπο, υιοθετεί τη ρητορική των «ακραίων εθνικιστών». Ο ιδρυτής τους, Ντμίτρο Ντόντσοφ, ισχυριζόταν ότι οι Ουκρανοί γεννήθηκαν για να εξολοθρεύουν τον πολιτισμό και τον λαό της Μοσχοβίας—μια αρχή που εφάρμοσε με τους ναζιστικούς συμμάχους του, ηγούμενος του Ινστιτούτου Ράινχαρντ Χάιντριχ. Η ρωσική κατηγορία για ναζιστοποίηση της Ουκρανίας δεν είναι προπαγάνδα, αλλά πραγματικότητα.

Ο πρόεδρος Τραμπ είχε στείλει κρυφά τον φίλο του, Στιβ Γουίτκοφ, ο οποίος είναι επίσης ειδικός απεσταλμένος για τη Μέση Ανατολή, για να συζητήσει μια πρώτη ανταλλαγή κρατουμένων με τον Κιρίλ Ντμίτριεφ στην Αγία Πετρούπολη στις αρχές Απριλίου. Κατά τη συζήτησή τους, ο Ντμίτριεφ παρουσιάστηκε ως επικεφαλής του ρωσικού ταμείου άμεσων επενδύσεων, αλλά και ως Ρωσο-Ουκρανός που ενδιαφέρεται για τις προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ. Αφού ολοκλήρωσαν γρήγορα την πρώτη ανταλλαγή, οργάνωσαν απροσδόκητα μια συνάντηση με τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν στις 11 Απριλίου. Ο τελευταίος παρουσίασε στον Γουίτκοφ τη ρωσική εκδοχή της σύγκρουσης. Ο τελευταίος την άκουσε με προσοχή και ελέγχοντας αμέσως τις πληροφορίες. Επιστρέφοντας στην Ουάσινγκτον, εξέθεσε στον πρόεδρο Τραμπ το μέγεθος της παραπληροφόρησης: οι δημοκρατικοί πρόεδροι Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν είχαν πράγματι συνάψει συμφωνία με νεοναζί για να ελέγξουν την Ουκρανία. Αυτοί διώκουν τους ρωσόφωνους Ουκρανούς. Η Ρωσία δεν εισέβαλε στη χώρα για να την προσαρτήσει, αλλά εφάρμοσε το ψήφισμα 2202 του Συμβουλίου Ασφαλείας (συμφωνίες του Μινσκ), για το οποίο είχε εγγυηθεί. Αντί να βοηθήσουν, πιστές στους δημοκρατικούς Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν, η Γερμανία και η Γαλλία, που είχαν επίσης εγγυηθεί την εφαρμογή του ψηφίσματος 2202, κατηγόρησαν εν γνώσει τους τη Ρωσία για εισβολή στην Ουκρανία.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, που γνώριζε προσωπικά και εμπιστευόταν τον Γουίτκοφ εδώ και πολλά χρόνια, κατάλαβε αμέσως τη χειραγώγηση των δημοκρατικών. Καθώς είχε παρατηρήσει τη στάση του Ζελένσκι εναντίον του κατά το Russiagate και τη συμμετοχή του στην εκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν-Χάρις, σχημάτισε γρήγορα νέες πεποιθήσεις.

Στις 14 Απριλίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υιοθέτησε την εκδοχή του Γουίτκοφ και εξέφρασε λύπη που ο Ζελένσκι ξεκίνησε τον πόλεμο, δηλώνοντας: «Δεν ξεκινάς πόλεμο εναντίον κάποιου 20 φορές ισχυρότερου και μετά ελπίζεις ότι οι άνθρωποι θα σου δώσουν πυραύλους». Στις 17 Απριλίου, έστειλε και στις δύο πλευρές μια ειρηνευτική πρόταση, την οποία η Ουκρανία απέρριψε και η Ρωσία δέχτηκε με επιφυλάξεις

Τέσσερα σημεία διαφωνίας παραμένουν μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας:

• Η Μόσχα συνεχίζει να βομβαρδίζει στρατιωτικούς στόχους σε ζώνες άμαχου πληθυσμού κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Από των συνθήκων της Χάγης (1899 και 1907), είναι αποδεκτό ότι τα «πολιτισμένα έθνη» δεν τοποθετούν στρατιωτικές εγκαταστάσεις μέσα σε περιοχές άμαχου πληθυσμού. Ωστόσο, οι Ουκρανοί χρησιμοποιούν τον ίδιο τους τον πληθυσμό ως «ανθρώπινη ασπίδα». Ομοίως, κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων, οι δύο πλευρές οφείλουν να περιορίσουν τις επιχειρήσεις τους σε στρατιωτικούς στόχους—κάτι που η Ρωσία παραβιάζει επίσης.

• Οι ΗΠΑ δεν δέχονται την αποστρατικοποίηση της Ουκρανίας παρά μόνο εάν ξένες δυνάμεις εγγυηθούν την ασφάλεια. Η Μόσχα προτείνει επομένως την ανάπτυξή Γαλάζιων Κράνων του ΟΗΕ, ενώ οι σύμμαχοι επιμένουν στη δική τους ανάπτυξη δυνάμεων. Αλλά η Μόσχα, βάσει προηγουμένων εμπειριών, θεωρεί ότι δεν θα διαφυλάξουν την ειρήνη αλλά θα συνεχίζουν τον πόλεμο.

• Η Μόσχα σκοπεύει να κατακτήσει την ολότητα των όμπλαστ (περιφερειών) που ψήφισαν υπέρ της ένταξής τους στη Ρωσική Ομοσπονδία, ενώ η Ουάσινγκτον θεωρεί ότι οι ελάχιστες μη κατεχόμενες ζώνες αυτών των όμπλαστ πρέπει να παραμείνουν ουκρανικές, με τα οριστικά σύνορα να καθορίζονται από την κατάπαυση του πυρός. Η Ουκρανία διοργανώνει εδώ και αρκετά χρόνια μια ετήσια διεθνή διαδήλωση για να επαναβεβαιώσει την κυριαρχία της επί της Κριμαίας, που προσαρτήθηκε από τη Ρωσία το 2014. Ωστόσο, κατά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Κριμαία είχε ανακηρύξει την ανεξαρτησία της πριν από την Ουκρανία. Η Μόσχα συνέχισε για πολλά χρόνια να πληρώνει τους δημόσιους υπαλλήλους και τις συντάξεις εκεί, μέχρι που ο πρόεδρος Μπορίς Γέλτσιν εγκατέλειψε αυτή την δαπανηρή περιοχή και η Κριμαία δέχτηκε να ενταχθεί στην Ουκρανία. Το 2014, όταν οι «ακραίοι εθνικιστές» ανέτρεψαν τον εκλεγμένο πρόεδρο, η Κριμαία ψήφισε για δεύτερη φορά την ανεξαρτησία της και στη συνέχεια την ένταξή της στη Ρωσική Ομοσπονδία. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί αυτή την ένωση νόμιμη για δύο λόγους: αφενός, επρόκειτο για δημοψήφισμα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και αφετέρου, η Ουκρανία δεν αντιτάχθηκε τότε.

• Το Κίεβο απαιτεί η πυρηνική εγκατάσταση της Ζαπορίζια και το υδροηλεκτρικό φράγμα της Καχόβκα, απαραίτητο για την ψύξη του πυρηνικού εργοστασίου, να επιστραφούν στον ίδιον, κάτι στο οποίο η Μόσχα αντιτίθεται κατηγορηματικά. Αυτό το αίτημα έρχεται σε αντίθεση με το προηγούμενο σημείο, καθώς και οι δύο εγκαταστάσεις ελέγχονται σήμερα από τη Ρωσία. Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (IAEA), στην αρχή του πολέμου, το εργοστάσιο της Ζαπορίζια φιλοξενούσε μια απίστευτη ποσότητα πλουτωνίου και εμπλουτισμένου ουρανίου, που συγκεντρώθηκε σε παράβαση των διεθνών συνθηκών. Η Ρωσία, θεωρώντας το εργοστάσιο ως προτεραιότητα, το κατέλαβε από την αρχή της ειδικής στρατιωτικής της επιχείρησης. Κατάφερε να ανακτήσει τα σχάσιμα υλικά και να μεταφέρει ένα μέρος τους σε έδαφος που τότε ανήκε στη Ρωσία. Πολλές μάχες έλαβαν χώρα εκείνη την περίοδο, γεγονός που υποδηλώνει ότι δεν τα απέμακρυναν όλα.

Στην κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου στη Ρώμη, στις 26 Απριλίου, οι πρόεδροι Τραμπ και Ζελένσκι συναντήθηκαν ξανά, στη βασιλική του Αγίου Πέτρου, για ένα τέταρτο της ώρας. Φαίνεται ότι συμφώνησαν να ξεκινήσουν από νέα βάση· οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία παραμέρισαν όλα όσα είχαν προηγηθεί. Δεν θα μιλούσαν πλέον για πόλεμο, αλλά για εκεχειρία ενός μήνα και θα δεσμεύονταν από κοινού για την ανοικοδόμηση. Φυσικά, αυτή η συμφιλίωση δεν θα έλυνε πολλά, αλλά θα επέτρεπε να εξεταστεί το μέλλον από μια νέα οπτική.

Εκνευρισμένη τόσο από την παράβαση του ψηφίσματος 2202 όσο και από την πρόσφατη πασχαλινή εκεχειρία, η Ρωσία απέρριψε αμέσως την ιδέα μιας παρατεταμένης εκεχειρίας. Αντίθετα, ανακοίνωσε μονομερώς τη διακοπή των μαχών με την ευκαιρία της επετείου της νίκης επί του ναζισμού, στις 9 Μαΐου· μια προσβολή για τους Ουκρανούς «ακροεθνικιστές», συμμάχους των ναζί, που βιάστηκαν να την απορρίψουν.

Η δημιουργία του Αμερικανο-Ουκρανικού Ταμείου Επανεπένδυσης

Ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, και η αντιπρόεδρος της ουκρανικής κυβέρνησης, Γιούλια Σβιριντένκο, υπέγραψαν στις 30 Απριλίου στην Ουάσινγκτον μια συμφωνία για τη δημιουργία ενός «Αμερικανο-Ουκρανικού Ταμείου Επανεπένδυσης». Σε αντίθεση με ό,τι ανέφεραν τα πρακτορεία ειδήσεων (και που επαναλάβαμε, βλ. VAI 3394), δεν πρόκειται για απλή αναδιατύπωση της αμερικανικής πρότασης εκμετάλλευσης των «σπάνιων γαιών», αλλά για ένα ριζικά νέο σύστημα.

Η μελέτη του κειμένου, που είναι πλέον διαθέσιμο, δείχνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραιτούνται από την αποπληρωμή των όπλων που παρέδωσαν στην Ουκρανία, ενώ η Ουκρανία παραιτείται από εγγυήσεις ασφαλείας [6]. Η Ουάσινγκτον προτείνει στους Ουκρανούς να διαχειριστούν μαζί της τόσο τη συνέχιση του πολέμου όσο και την ανοικοδόμηση της χώρας. Το Κίεβο θα διαθέτει νέα χρήματα μόνο αναλογικά με τα κέρδη που θα πραγματοποιήσουν οι αμερικανο-ουκρανικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, τα μισά από τα οποία θα διαχειρίζεται το κοινό ταμείο. Το Κίεβο θα μπορεί είτε να αφιερώσει αυτά τα έσοδα για την αγορά όπλων και την απώλειά τους στη μάχη, είτε για την ανοικοδόμηση της χώρας.

Η Ουκρανία θα διατηρήσει «τον πλήρη έλεγχο του υπεδάφους, των υποδομών και των φυσικών της πόρων», δήλωσε ο πρωθυπουργός Ντένις Σμιχάλ. Η δημιουργία του ταμείου δεν θα επηρεάσει αρνητικά ούτε την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε ομιλία του προς το έθνος, την 1η Μαΐου, ο μη εκλεγμένος πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε: «Συζητήσαμε με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, για την επιθυμία μας να ολοκληρώσουμε τη συμφωνία – το συζητήσαμε στη συνάντησή μας στο Βατικανό. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι το πρώτο απτό αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης στο Βατικανό, που την καθιστά πραγματικά ιστορική.» [7].

Η Βερχόβνα Ράντα (κοινοβούλιο) της Ουκρανίας αναμένεται να επικυρώσει τη συμφωνία μεταξύ 13 και 15 Μαΐου.

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών δήλωσε: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αποφασισμένες να συμβάλουν στην παύση αυτού του ωμού και παράλογου πολέμου. Αυτή η συμφωνία δείχνει ξεκάθαρα στη Ρωσία ότι η κυβέρνηση Τραμπ είναι δεσμευμένη σε μια ειρηνευτική διαδικασία που εστιάζει σε μια ελεύθερη, κυρίαρχη και ευημερούσα Ουκρανία μακροπρόθεσμα. Ο πρόεδρος Τραμπ σκέφτηκε αυτήν τη συνεργασία μεταξύ του αμερικανικού και του ουκρανικού λαού για να δείξει τη δέσμευση και των δύο πλευρών για μια διαρκή ειρήνη και ευημερία στην Ουκρανία. Και για να είμαστε ξεκάθαροι, κανένα κράτος ή πρόσωπο που χρηματοδότησε ή προμήθευσε τον ρωσικό πολεμικό μηχανισμό δεν θα επιτραπεί να ωφεληθεί από την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας.» [8].

Σύμφωνα με την Reuters, δεδομένων των πολιτικών αβεβαιοτήτων και των χρονικών περιθωρίων που απαιτούνται για τη δημιουργία ορυχείων και εργοστασίων, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία μπορεί να χρειαστούν μια δεκαετία ή περισσότερο για να εισπράξουν έσοδα από μια συμφωνία για τα ορυκτά [9].

Σε συνέντευξη στο Fox News Digital, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε ότι δίνει στον εαυτό του 100 ημέρες από την υπογραφή αυτής της συμφωνίας για να ολοκληρωθεί η ειρήνη μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά

[1] Τα διακυβεύματα των διαπραγματεύσεων του Ντόναλντ Τραμπ με την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν”, του Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά, Δίκτυο Βολταίρος, 29 avril 2025.

[2] « Натовцы готовят кампанию по дискредитации В. Зеленского », Пресс-бюро СВР России, 3 Февраля 2025.

[5] «Volodymyr Zelensky : "Stopper la guerre c’est stopper Poutine"», Isabelle Lassere, Le Figaro, 27 mars 2025.

[6] United States-Ukraine Reconstruction Investment Fund”, Voltaire Network, 30 April 2025.

[9] «US, Ukraine may wait decade or more to see revenue from minerals deal», Eric Onstad & Pavel Polityuk, Reuters, May 1, 2025.